Τρίτη 8 Μαρτίου 2022

Η Θεωρία Κοινωνικής Ταυτότητας και η επίδραση στη συμπεριφορά μας

Η κοινωνική ταυτότητα είναι μέρος του εαυτού, που καθορίζεται με βάση την υπαγωγή στην ομάδα. Το άτομο ως μέλος μιας ομάδας διαμορφώνει την κοινωνική του ταυτότητα και το άτομο φέρει τόσες κοινωνικές ταυτότητες όσες είναι και οι ομάδες υπαγωγής. Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε από τους κοινωνικούς ψυχολόγους Henri Tajfel και John Turner, τη δεκαετία του 1970. Οι θεωρητικοί αυτοί περιέγραψαν τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται η κοινωνική ταυτότητα, μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικής σύγκρισης και της κατηγοριοποίησης. Η θεωρία περιγράφει τους τρόπους με τους οποίους η κοινωνική ταυτότητα μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά του ατόμου κατά την αλληλεπίδραση με τους άλλους. 

 


Ο Tajfel στις πρώιμες εργασίες του παρατήρησε και επισήμανε τον ρόλο που παίζουν οι αντιληπτικές διεργασίες, που καταλήγουν στα κοινωνικά στερεότυπα και στην προκατάληψη. Έκανε ένα σύνολο από έρευνες στις οποίες εξέτασε τον τρόπο που συμπεριφέρονται οι άνθρωποι μέσα σε διαφορετικές ομάδες. Η βασική σύγκριση για να καθορίσει κάποιος την ταυτότητά του είναι με την ομάδα υπαγωγής (ενδοομάδα), ενώ ταυτόχρονα συγκρίνεται και με τα μέλη άλλων ομάδων (εξωομάδες). Γενικά, ο Tajfel παρατήρησε μια τάση να ευνοούμε την ομάδα στην οποία ανήκουμε (ευνοιοκρατία) και να διαφέρουμε όσο το δυνατόν περισσότερο από τις άλλες ομάδες.

Ο όρος κοινωνική ταυτότητα χρησιμοποιείται για να περιγράψουμε τον τρόπο που το άτομο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του με βάση τις κοινωνικές ομάδες στις οποίες ανήκει. Η Θεωρία Κοινωνικής Ταυτότητας τονίζει την ανάγκη των ανθρώπων να βρίσκονται μέσα σε ομάδες που θα τους εξασφαλίζουν θετική κοινωνική ταυτότητα. Προϋπόθεση για την απόκτηση και διατήρηση μιας θετικής κοινωνικής ταυτότητας είναι να νιώθει το άτομο ότι ανήκει σε μια ομάδα στην οποία δεν εμφανίζει μεγάλες διαφορές από τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας. 


 

Η Θεωρία αυτή αποτελεί τη βάση για τη μελέτη και ερμηνεία των διομαδικών σχέσεων. Πρόκειται για μια θεωρία που στηρίζεται σε τρεις γνωστικές διεργασίες, που είναι η κοινωνική κατηγοριοποίηση, η κοινωνική ταύτιση και η κοινωνική σύγκριση. Η κοινωνική κατηγοριοποίηση είναι η διαδικασία με την οποία οργανώνουμε τα άτομα σε κοινωνικές ομάδες ώστε να κατανοήσουμε τον κοινωνικό κόσμο γύρω μας. Μέσα από αυτή τη διαδικασία έχουμε τη δυνατότητα να ορίσουμε που ανήκουμε εμείς και που ανήκουν οι άλλοι. Συνήθως, ορίζουμε τους ανθρώπους σύμφωνα με τις κοινωνικές κατηγορίες στις οποίες ανήκουν παρά με βάση τα ατομικά τους χαρακτηριστικά. Η δεύτερη γνωστική διεργασία είναι η κοινωνική ταύτιση, που αφορά την ταυτοποίηση του ατόμου ως μέλους της ομάδας. Η κοινωνική ταύτιση οδηγεί το άτομο να συμπεριφέρεται με τον τρόπο που πιστεύει ότι πρέπει να συμπεριφέρονται τα άτομα αυτής της ομάδας. Το άτομο επενδύει συναισθηματικά στη συμμετοχή του στην ομάδα. Η τρίτη γνωστική διεργασία είναι η κοινωνική σύγκριση, που αφορά τον τρόπο που το κάθε άτομο συγκρίνει την ομάδα του με άλλες ομάδες αναφορικά με το κύρος και την κοινωνική θέση. Στόχος της σύγκρισης είναι το κάθε μέλος της ομάδας να νιώσει θετικά με την ομάδα στην οποία ανήκει εξασφαλίζοντας υψηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης.    


 

Σε περίπτωση που το άτομο δεν είναι ευχαριστημένο με την ομάδα στην οποία βρίσκεται υπάρχουν τρεις στρατηγικές που μπορεί να επιλέξει:

Ατομική κινητικότητα: όταν το άτομο δεν νιώθει καλά στην ομάδα του μπορεί να προσπαθήσει να φύγει από αυτή την ομάδα και να μπει σε μια ανώτερη ομάδα.

Κοινωνική δημιουργικότητα: το άτομο μπορεί να βελτιώσει την κοινωνική θέση της υπάρχουσας ομάδας προσαρμόζοντας κάποιο στοιχείο της σύγκρισης μεταξύ των ομάδων. Το άτομο μπορεί να επιλέξει μια άλλη ομάδα σύγκρισης, δηλαδή να εγκαταλείψει την ομάδα σύγκρισης και να βρει μια άλλη, μπορεί να βρει νέες διαστάσεις σύγκρισης ή να επαναπροσδιορίσει την αξία των διαστάσεων της σύγκρισης.

Κοινωνικός ανταγωνισμός: το άτομο προσπαθεί να βελτιώσει συλλογικά την κοινωνική θέση της ομάδας.

Η Θεωρία Κοινωνικής Ταυτότητας προτείνει ένα σύνολο από στρατηγικές ώστε να μπορέσει το άτομο να βελτιώσει ή να διατηρήσει μια θετική κοινωνική ταυτότητα.

 

 


 

 

Πηγές:

Tajfel, Henri & John Turner. (1979). “An Integrative Theory of Intergroup Conflict.” The Social Psychology of Intergroup Relations, edited by William G. August and Stephen Worchel, Brooks/Cole, (pp. 33-47).

Χρυσοχόου, Ξ. & Παπαστάμου, Στ. (2008). Η θεωρία της κοινωνικής σύγκρισης. Στο βιβλίο του Στ. Παπαστάμου (Επιμ.), Εισαγωγή στην κοινωνική ψυχολογία. Η παράδοση (Τόμ. Β’), (σελ. 281- 304). Αθήνα: Πεδίο.

 

 

Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2022

Ο Εαυτός από την οπτική της Κοινωνικής Ψυχολογίας

Πώς θα καθόριζες τον εαυτό αν σκεφτόσουν όπως ένας κοινωνικός ψυχολόγος;

Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα τους ανθρώπους, τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές τους μέσα στην καθημερινότητα θα πρέπει να γνωρίζουμε περισσότερα για το πώς προσδιορίζεται ο εαυτός μέσα στην κοινωνική ομάδα, μέσα στην ευρύτερη κοινωνία. Επομένως, είναι σημαντικό να καθορίσουμε τον εαυτό μας με βάση την κοινωνική και την ανθρωπιστική/ ατομική ψυχολογία. 


 

Σύμφωνα με τον Lewis (1990) υπάρχει ο υπαρξιακός εαυτός, που είναι μέρος του σχήματος για τον εαυτό ή της έννοιας για τον εαυτό, και αναφέρεται στην αίσθηση του να είναι ξεχωριστό το άτομο και να διακρίνει τον εαυτό του από τους άλλους και να αποκτήσει επίγνωση της σταθερότητας του εαυτού. Η επίγνωση ότι ο εαυτός υπάρχει ως ξεχωριστή οντότητα από τους άλλους και μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ο κατηγοριοποιημένος εαυτός, που γίνεται αντιληπτός ως ένα αντικείμενο μέσα στον κόσμο. Ο εαυτός μπορεί να τοποθετηθεί σε διάφορες κατηγορίες, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, τις ικανότητες, την καταγωγή, κτλ. Το παιδί από μικρή ηλικία μαθαίνει να περιγράφει τον εαυτό του αναφέροντας εξωτερικά και εσωτερικά του χαρακτηριστικά, που το διαφοροποιούν από τους άλλους ανθρώπους και βοηθούν να έχουμε μια εικόνα για αυτό.

Ο Carl Rogers (1959) καθόρισε την έννοια του εαυτού μέσα από τρία διαφορετικά στοιχεία, που ήταν η άποψη του ίδιου του ατόμου για τον εαυτό του (αυτοεικόνα), η αξία που δίνει στον εαυτό του (αυτοαξία ή αυτοεκτίμηση) και η επιθυμία για το πώς θα ήθελε να είναι ο εαυτός (ιδανικός εαυτός).

Ένας τρόπος να περιγράψουμε τον εαυτό μας είναι μέσα από τη φυσική μας εμφάνιση, ένα σύνολο από χαρακτηριστικά που συνδέονται άμεσα και με τον τρόπο που μας βλέπουν οι άλλοι και μπορούν να μας γνωρίσουν. Επίσης, ως κοινωνικά όντα έχουμε κοινωνικούς ρόλους και με βάση αυτούς καθορίζουμε τις κοινωνικές μας συμπεριφορές, έτσι μπορούμε κι εμείς να γνωρίζουμε πώς θα συμπεριφερθούμε αλλά και οι άλλοι να γνωρίζουν τι συμπεριφορές αναμένουν από εμάς. Επιπλέον, φέρουμε τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας, που στο σύνολό τους μας κάνουν ξεχωριστούς και διαφορετικούς από τους άλλους, αλλά και μοναδικούς καθώς και τις υπαρξιακές μας δηλώσεις (είμαστε ανθρώπινα όντα, είμαστε πνευματικές υπάρξεις). 


 

Η εικόνα του εαυτού διαμορφώνεται μέσα από τις κοινωνικές ομάδες στις οποίες ανήκουμε. Η ομάδα υπαγωγής συμβάλλει στη δόμηση της κοινωνικής ταυτότητας και τα μέλη της ομάδας προσαρμόζουν τα χαρακτηριστικά τους με βάση την ομάδα αυτή. Ο τρόπος που το άτομο διαχειρίζεται τον τρόπο που παρουσιάζει και εκφράζει τον εαυτό του στην καθημερινή ζωή εξαρτάται από τις ομάδες αναφοράς και τα πλαίσια μέσα στα οποία βρίσκεται. Το άτομο δεν επιλέγει πάντα τις ομάδες στις οποίες ανήκει και δε συμβάλλουν όλες οι ομάδες σε μια θετική κοινωνική ταυτότητα κι επομένως, σε μια θετική εικόνα για τον εαυτό. Σε ορισμένες περιπτώσεις ανήκουμε σε ομάδες που δεν επιλέγουμε και μπορεί να μην έχουμε καν την επιλογή να απαλλαγούμε από την αντίστοιχη κοινωνική ταυτότητα. Έτσι, φέρουμε μια κοινωνική ταυτότητα με βάση το φύλο που γεννιόμαστε, μια κοινωνική ταυτότητα με βάση την οικογένεια στην οποία μεγαλώνουμε, μια κοινωνική ταυτότητα με βάση τον τόπο στον οποίο ζούμε, κτλ. Όσο μεγαλώνουμε επιλέγουμε και νέες ομάδες να ενταχθούμε, επομένως, αποκτούμε και νέες κοινωνικές ταυτότητες…

Οι Morse και Gergen (1970) επισήμαναν ότι η εικόνα του εαυτού και η αυτοεκτίμηση αλλάζουν όταν βρισκόμαστε κάτω από αβέβαιες ή αγχογόνες καταστάσεις. Ωστόσο, οι Miller και Ross (1975) υποστήριξαν ότι παίζει καθοριστικό ρόλο κατά πόσο εμείς θεωρούμε ότι έχουμε κοινωνικά επιθυμητά χαρακτηριστικά. Επιπλέον, ο Argyle (2008) καθόρισε τέσσερις παράγοντες που επηρεάζουν την αυτοεκτίμηση, που είναι οι αντιδράσεις των σημαντικών άλλων, η σύγκριση με τους άλλους, οι κοινωνικοί ρόλοι και η κατηγοριοποίηση (που βρισκόμαστε εμείς και που οι άλλοι).

Ο εαυτός αποτελεί μια έννοια που συνδέουμε περισσότερο με την ατομική ψυχολογία και το άτομο, παρά με την κοινωνική ψυχολογία. Ωστόσο, ο εαυτός προσεγγίζεται και από τους κοινωνικούς ψυχολόγους, λαμβάνοντας υπόψη τους κοινωνικοπολιτισμικούς παράγοντες που τον προσδιορίζουν. Ψυχαναλυτικά, ο Erikson (1993) προσδιόρισε την ταυτότητα με βάση την ψυχική και την κοινωνική διάσταση, θεωρώντας ότι η ταυτότητα ταλαντεύεται ανάμεσα στο ιδεώδες του εγώ και το υπερεγώ, από τη μια μεριά και την ταυτότητα του εγώ από την άλλη (δηλαδή, από τον τρόπο που το άτομο αντιλαμβάνεται τη συμμετοχή του στην κοινωνική πραγματικότητα). Ξεφεύγοντας από την ατομική ψυχολογία και κατευθύνοντας την προσοχή μας στην κοινωνική ψυχολογία, ο Mead (1963) υποστήριξε ότι το εγώ δομείται σύμφωνα με το πλαίσιο των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, ενώ οι Gordon και Gergen (1968) υποστήριξαν ότι ο εαυτός είναι ένα πολυδιάστατο και οργανωμένο σύστημα αντιλήψεων και αναπαραστάσεων, που διαμορφώνονται μέσα από την κοινωνικοποίηση και τοποθετούν το υποκείμενο σε σχέση με τον άλλο (Χρηστάκης, 2008).

 


 

Βιβλιογραφία

Argyle, M. (2008). Social encounters: Contributions to social interaction. Aldine Transaction.

Erikson, E.H. (1993). Childhood and society. London: Norton.

Gordon, C. & Gergen, K.J. (1968). The self in social interaction. New York: Wiley.

Lewis, M. (1990). Self-knowledge and social development in early life. In L. A. Pervin (Ed.), Handbook of personality (pp. 277-300). New York: Guilford.

McLeod, S. A. (2008). Self concept. Simply Psychology. Retrieved by https://www.simplypsychology.org/self-concept.html.

Mead, G.H. (1963). Mind, self and society. Chicago: University of Chicago Press.

Miller, D. T., & Ross, M. (1975). Self-serving biases in the attribution of causality: Fact or fiction? Psychological Bulletin, 82, 213–225

Morse, S. J. & Gergen, K. J. (1970). Social comparison, self-consistency and the concept of self. Journal of Personality and Social Psychology, 16, 148-156.

Rogers, C. (1959). A theory of therapy, personality and interpersonal relationships as developed in the client-centered framework. In (ed.) S. Koch, Psychology: A study of a science. Vol. 3: Formulations of the person and the social context. New York: McGraw Hill.

Χρηστάκης, Ν. (2008). Κοινωνικές θέσεις και ρόλοι. Στον Σ. Παπαστάμου (Επιμ.), Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχολογία: Η παράδοση, Β’ τόμ. (σσ. 197-221). Αθήνα: Πεδίο. 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ, ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ- ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΣ, MSc.