Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2021

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ 2021-2022

ΚΟΙΝΩΝΙΚH ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Τι στρατηγικές πρέπει να αναπτύξει η ΛΟΑΤΚΙ + κοινότητα για να επηρεάσει;

 

Η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα αποτελεί μια μειονότητα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό που τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο γνωστή, ευαισθητοποιώντας το ευρύ κοινό στη διαφορετικότητα και στα δικαιώματα του καθενός σχετικά με το φύλο και τα ζητήματα σεξουαλικότητας. Δίνει έμφαση στην επιρροή που θα ασκήσει μέσα από τις στρατηγικές που θα χρησιμοποιήσει.

Σύμφωνα με το γενετικό μοντέλο του Moscovici, το μήνυμα που θα μεταφέρει η μειονότητα θα πρέπει να διαθέτει ισχυρά επιχειρήματα, τα οποία θα προκαλέσουν κοινωνιογνωστική σύγκρουση, η οποία θα οδηγήσει σε γνωστική επικύρωση του μηνύματος και σε μετέπειτα αλλαγή της στάσης του ατόμου. Η συμπεριφορά της μειονότητας, δηλαδή της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας θα πρέπει να είναι όλο και πιο σταθερή, με συγχρονική και διαχρονική σταθερότητα. Η μειοψηφική επιρροή συνήθως είναι έμμεση και δε συμβαίνει άμεσα.

Επίσης, με βάση το τριαδικό μοντέλο των Παπαστάμου και Μιούνι, η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα είναι μια μειονότητα που έρχεται σε σύγκρουση με την κυρίαρχη ιδεολογία, που έχει μια αρνητική εικόνα και στερεότυπα για αυτή την ομάδα, ενώ επιθυμεί να αποσπάσει τμήματα του πληθυσμού, με τον οποίο η μειονότητα βρίσκεται σε μια αμφίδρομη σχέση επιρροής, με κύριο ερώτημα ποιος θα υπερισχύσει. Δύο βασικές στρατηγικές για τη μειονοτική επιρροή είναι η σταθερότητα  συμπεριφοράς και το είδος διαπραγμάτευσης της σύγκρουσης. Η σταθερότητα συμπεριφοράς αφορά τη σχέση ανάμεσα στη μειονότητα και την εξουσία, καθώς η μειονότητα θα πρέπει να είναι σταθερή στη συμπεριφορά της απέναντι στην εξουσία, δηλαδή οφείλει να μπλοκάρει τη διαπραγμάτευση της σύγκρουσης που δημιουργεί με τον καινοτόμο λόγο της, γιατί μόνο έτσι θα καταφέρει να καταστήσει κοινωνικά ορατή την εναλλακτική της πρόταση. Όσον αφορά στο είδος διαπραγμάτευσης της σύγκρουσης, αυτό αναφέρεται στη σχέση της μειονότητας με τον πληθυσμό. Από τη στιγμή που η μειονότητα μπλοκάρει τη διαπραγμάτευση της σύγκρουσης με την εξουσία οφείλει να διαπραγματευτεί με τον ένα ή άλλο τρόπο τη σύγκρουση αυτή με τον πληθυσμό.

Με βάση τη Θεωρία κοινωνικής ταυτότητας, η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα ως μειονότητα κοινωνικά αποκλεισμένη και με χαμηλή εικόνα για τον εαυτό και την ομάδα έχει ανάγκη να βρει τρόπους να κατακτήσει μια θετική εικόνα. Προσπαθούν με διάφορους τρόπους να αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα, καλύτερη αντιμετώπιση και να αποτελέσουν σημείο σύγκρισης για τους άλλους. Επίσης, σύμφωνα με τη Θεωρία σχετικής αποστέρησης, λόγω της αδικίας και ματαίωσης που βιώνουν οδηγούνται σε συλλογικές δράσεις, όπως το Gay Pride και προσπαθούν να αποκτήσουν όλο και μεγαλύτερη αναγνώριση και φήμη. Συχνά, παρουσιάζονται ως μια ελκυστική πηγή, με στόχο την ταύτιση. Ακόμη, η υπόθεση επαφής για μείωση της προκατάληψης και αύξηση της γνώσης για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα υποστηρίζει ότι η αύξηση της αλληλεπίδρασης με τη μειονότητα και η μείωση της προκατάληψης μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση της επιρροής των μελών της κοινότητας.

Η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα μέσα από μηνύματα με σταθερότητα συμπεριφοράς  και κυρίως με διαχρονική συνεκτικότητα μπορεί να ασκήσει επιρροή στον πληθυσμό. Η διαχρονική συνεκτικότητα συμπεριφοράς μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και την πιθανότητα ψυχολογιοποίησης από την πλευρά του πληθυσμού και εν τέλει να καταφέρει η μειονότητα να ξεπεράσει τους χαρακτηρισμούς που τις έχουν αποδώσει.  

 

 

(Βιβλία: Α’ τόμος- Εισαγωγή στην κοινωνική ψυχολογία, 4ο κεφάλαιο, Β’ τόμος- Εισαγωγή στην κοινωνική ψυχολογία, 17ο και 15ο κεφάλαιο, Κοινωνική σκέψη, νόηση και συμπεριφορά)

 

 

 

ΚΛΙΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Α. Να περιγράψετε τις αλλαγές/ αναθεωρήσεις που υπέστη διαχρονικά η θεωρία της μαθημένης αβοηθητότητας και πώς αυτές συνδέονται με την κατανόηση της κατάθλιψης.

 

Η θεωρία αβοηθητότητας του Seligman ξεκίνησε από τον συμπεριφορισμό από πειράματα που έγιναν σε ζώα. Τα ζώα που είχαν μάθει να παραμένουν σε ένα χώρο και να μην μπορούν να δραπετεύσουν από μικρή ηλικία, πολύ γρήγορα μάθαιναν να παραμένουν σε αυτό τον χώρο και να μην μπορούν να δραπετεύσουν.

Έπειτα, ο Abramson αναθεώρησε τη θεωρία αυτά στο πλαίσιο της γνωσιακής προσέγγισης και τη χρησιμοποίησε για τη μελέτη της κατάθλιψης. Για την αναθεωρημένη θεωρία της μαθημένης αβοηθητότητας, η κατάθλιψη είναι αποτέλεσμα τριών διεργασιών απόδοσης των αιτίων, που αφορούν τόσο θετικά όσο και αρνητικά γεγονότα. Πρόκειται για  την εσωτερική ή εξωτερική απόδοση, την σταθερή ή ασταθή απόδοση και την γενική ή ειδική απόδοση. Κάθε γεγονός μπορεί να αποδοθεί σε εσωτερικά ή εξωτερικά αίτια, σε σταθερά ή ασταθή και σε γενικά ή ειδικά αίτια. Τα άτομα που είναι πιο επιρρεπή στην κατάθλιψη έχουν την τάση να αντιλαμβάνονται τα αρνητικά γεγονότα ή αποτελέσματα ως εσωτερικά, σταθερά και προκαλούμενα από γενικά αίτια (Εγώ φταίω, πάντα τα κάνω όλα λάθος, όλα μου πάνε στραβά). Αντίθετα, τα θετικά αποτελέσματα αποδίδονται σε εξωτερικά, ευμετάβλητα και ειδικά αίτια (τα πράγματα πήγαν καλά, όχι χάρη σε μένα, ήταν θέμα τύχης και δεν θα μου ξανασυμβεί). Πρόκειται για ένα αρνητικό στυλ απόδοσης αιτίων. Οι αποδόσεις αυτές φτάνουν στην κατάθλιψη όταν το άτομο νιώθει ένα αίσθημα απελπισίας, καθώς τα αίτια δημιουργούν στο άτομο την αίσθηση ότι δεν έχει τη δυνατότητα να αλλάξει την κατάσταση ούτε να μπορέσει να προχωρήσει στη ζωή του.

Η θεωρία αυτή οδήγησε σε μια τάση για ανάπτυξη των γνωσιακών θεωριών. Έτσι επικράτησαν στη μελέτη και αντιμετώπιση της κατάθλιψης γνωσιακά μοντέλα, όπως η γνωσιακή- συμπεριφοριστική προσέγγιση του Beck, ο οποίος αναφέρθηκε στην τριάδα της κατάθλιψης (αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό, τον κόσμο και το μέλλον), στις αρνητικές αυτόματες σκέψεις και στα γνωσιακά λάθη. Άτομα με κακή διάθεση φαίνεται πως χρησιμοποιούν περισσότερο αρνητικά σχήματα που ενεργοποιούν την κακή διάθεση. Οι αρνητικές γνωσίες οδηγούν σε αρνητική διάθεση και η χαμηλή διάθεση αυξάνει την ενεργοποίηση των αρνητικών γνωσιών.

Ένα ακόμη γνωσιακό μοντέλο απόρροια των παραπάνω είναι ο καταθλιπτικός ρεαλισμός, που υποστηρίζει ότι τα καταθλιπτικά άτομα μπορεί στην πραγματικότητα να έχουν δίκιο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι κάνουν λάθος. Οι άνθρωποι με κατάθλιψη ίσως είναι πιο ακριβείς στις εκτιμήσεις τους για τον κόσμο από ότι αυτοί που δεν έχουν κατάθλιψη. Για παράδειγμα, τα καταθλιπτικά άτομα είναι πιο ακριβή από τα μη καταθλιπτικά στις εκτιμήσεις τους για το πόσο ευνοϊκά τα βλέπουν οι άλλοι, καθώς και στις κρίσεις τους για τον βαθμό του ελέγχου που ασκούν σε μια πειραματική συνθήκη.

 

(Bennett, Κλινική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία, σελ. 383)

 

 

Β. Να περιγράψετε, δίνοντας σχετικά παραδείγματα, τέσσερα γνωσιακά/ διεργασιακά λάθη.

 

Διπολική σκέψη: άσπρο- μαύρο, «Όποιος δεν είναι καλός είναι κακός».

Υπεργενίκευση: ένα μόνο αρνητικό γεγονός θεωρείται ως τμήμα μιας ατέλειωτης καταστροφικής αλυσίδας, «Δεν πήγε καλά η συνέντευξη για δουλειά, πάντα θα αποτυγχάνω».

Νοητικό φίλτρο: ένα αρνητικό στοιχείο χαρακτηρίζει όλη την κατάσταση, «Ένας μαθητής πήρε έναν χάλια βαθμό, και αισθάνεται ότι χάθηκε ο κόσμος όλος».

Αυθαίρετο συμπέρασμα: χωρίς ενδείξεις το άτομο βγάζει συμπεράσματα που απέχουν από την πραγματικότητα.

Ελαχιστοποίηση θετικών- μεγιστοποίηση αρνητικών, συναισθηματική λογική, μεγιστοποίηση- ελαχιστοποίηση, συναισθηματική λογική, μεγιστοποίηση- ελαχιστοποίηση, πρέπει- δεν πρέπει, εσφαλμένη τιτλοφόρηση, προσωποποίηση

 

(Βιβλίο Προσωπικότητα, 4ο κεφάλαιο, σελ. 200 ή Bennett, Κλινική Ψυχολογία και Ψυχοπαθολογία, σελ. 386).

 

 

 

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ

Ποια είναι τα ισχυρά και ποια τα αδύναμα σημεία της δειγματοληπτικής ερευνητικής μεθόδου;

 

Η δειγματοληπτική μέθοδος έρευνας ή δημοσκόπηση είναι μια μη πειραματική (περιγραφική) ποσοτική μέθοδος έρευνας, που αποτελεί την πιο διαδεδομένη μέθοδο συλλογής πληροφοριών για έναν πληθυσμό από ένα μεγάλο δείγμα. Στόχος είναι η καταγραφή τάσεων, στάσεων, απόψεων ή συμπεριφορών του δείγματος σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Εστιάζουν σε διαφορές που υπάρχουν ήδη στο δείγμα και όχι σε αυτές που προκύπτουν από τον πειραματικό χειρισμό. Δεν βρίσκουν αιτιακές σχέσεις, παρά μόνο περιγραφή ανάμεσα σε μεταβλητές και περιγραφή φαινομένων.

Τα πιο σημαντικά ισχυρά στοιχεία είναι η οικονομία και η  μαζικότητα, καθώς και η ευκολία επεξεργασίας των δεδομένων. Η χρήση αυτής της έρευνας βοηθάει στην εξοικονόμηση πόρων, ενώ μπορεί να καλυφθεί ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Τα ευρήματα που συλλέγονται είναι εύκολο να επεξεργαστούν με ποσοτικό τρόπο, με τη χρήση στατιστικών αναλύσεων.

Στις πιο σημαντικές αδυναμίες της δειγματοληπτικής ερευνητικής μεθόδου είναι οι εξής: η ανάλυση των δεδομένων με περιορισμούς η χρονική απόσταση και η μεροληψία. Είναι πιθανό να γίνει η επιλογή των δεδομένων με βάση αυτά που είναι εύκολο να αναλυθούν, δηλαδή για το αντικείμενο της έρευνας υπάρχει ο κίνδυνος οι αποφάσεις να καθοριστούν με βάση την ευκολία της ανάλυσης και όχι το τι είναι σημαντικό.

Η επιλογή των ερωτημάτων γίνεται μέσα από ένα σύνολο ερωτήσεων, που κατασκευάζει ο ερευνητής. Ο ίδιος επιλέγει και τον τρόπο βαθμολόγησης, που συνήθως είναι κωδικοποιημένος, με κλίμακα τύπου Likert, που είναι εύκολη στη βαθμολόγηση. Ωστόσο, θα πρέπει να προσέξει ο ερευνητής τη διατύπωση των ερωτήσεων, έτσι ώστε να μη θέτουν ταυτόχρονα δύο όμοια ζητήματα, να μην καθοδηγούν για την απάντηση, να μην περιλαμβάνουν διπλή άρνηση, ούτε να πλατειάζουν. Μεταξύ των μειονεκτημάτων είναι ο τρόπος επιλογής των ερωτήσεων. Τα ερωτήματα θα πρέπει να περιλαμβάνουν ολοκληρωμένο νόημα, συντομία, απλότητα, αμεσότητα και λιτό λόγο, σαφήνεια, αμεροληψία, κοινωνικά αποδεκτή γλώσσα, διαφοροποιητική ικανότητα και διαπολιτισμικότητα.

Στη δειγματοληπτική έρευνα μπορεί να εμφανιστούν ορισμένες μεροληψίες, όπως η μεροληψία του δείγματος (υπερ-εκπροσώπηση μιας ομάδας σε ένα δείγμα), η μεροληψία του ερωτώμενου (επιλογή της ίδιας βαθμίδας απάντησης σε όλες τις ερωτήσεις), η μεροληψία του ερευνητή (επηρεασμός των απαντήσεων του δείγματος), οι στρεβλώσεις της μνήμης (ανακρίβειες λόγω αδυναμίας περιγραφής ψυχολογικών φαινομένων) και οι στρεβλώσεις περικειμένου (ανακρίβεια από στρεβλώσεις μνήμης λόγω της σειράς των ερωτήσεων).

 

(Μεθοδολογία έρευνας και στατιστική, Σταλίκας, 2019, σελ. 196, 203)

 

Εναλλακτική απάντηση

Οι δειγματοληπτικές μέθοδοι έρευνας είναι οι δημοσκοπήσεις που αποτελούν μέρος των ποσοτικών περιγραφικών σχεδιασμών. Πρόκειται για μεθόδους που περιλαμβάνουν μεθοδική παρατήρηση, που μειώνει το σφάλμα μέτρησης καθώς και τη δυνατότητα γενίκευσης των αποτελεσμάτων μέσα από τη συγκρότηση αντιπροσωπευτικών δειγμάτων. Ωστόσο, δεν μπορούν να εντοπίσουν αιτιακές σχέσεις και μπορεί να υπάρχουν παρεμβαίνουσες μεταβλητές που επηρεάζουν την περιγραφή του φαινομένου.

Η δημοσκόπηση συμβάλλει στην περιγραφή και την εξερεύνηση ποικίλων φαινομένων, κυρίως φαινομένων για τα οποία δεν υπάρχουν πολλές γνώσεις. Μέσα από αυτές τις έρευνες μπορεί να γίνει σύγκριση ανάμεσα σε δεδομένα ή φαινόμενα δύο ή περισσότερων ομάδων για ένα συγκεκριμένο θέμα ή κατάσταση.

Όσον αφορά τις αδυναμίες των δημοσκοπήσεων αυτές είναι οι εξής: διερεύνηση ασαφών ή ανύπαρκτων ερευνητικών ερωτημάτων που δεν στηρίζονται σε ένα σαφές θεωρητικό πλαίσιο και απουσία σημαντικότητας στα αποτελέσματα. Επίσης, υπάρχει περιορισμός της δυνατότητας γενίκευσης των αποτελεσμάτων στην περίπτωση που το ερευνητικό δείγμα δεν είναι αντιπροσωπευτικό αλλά συμπτωματικό. Η χρήση μη σταθμισμένων ή αναξιόπιστων εργαλείων που δημιουργεί προβλήματα στην αξιοπιστία και στην εσωτερική και εξωτερική εγκυρότητα των αποτελεσμάτων αποτελεί ένα ακόμη μειονέκτημα των δημοσκοπήσεων. Επίσης, η λανθασμένη επιλογή μεθόδων ανάλυσης των δεδομένων, η οποία πλήττει κυρίως τη στατιστική εγκυρότητα των αποτελεσμάτων, με κυριότερα σφάλματα στατιστικής εγκυρότητας στις δημοσκοπικές μελέτες τη χρήση ακατάλληλων στατιστικών μεθόδων και την αποσπασματική ανάλυση και περιγραφή μέρους των συλλεχθέντων στοιχείων αντί του φαινομένου στο σύνολό του.

 

Απάντηση από βιβλίο «Μέθοδοι έρευνας στην κλινική ψυχολογία» (σελ. 148, δημοσκοπήσεις)

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ, ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ- ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΣ, MSc.

 

Σάββατο 10 Ιουλίου 2021

Προκήρυξη Κατατακτήριες Εξετάσεις 2021-2022

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ 

 

Η νέα προκήρυξη για τις εξετάσεις, χωρίς αλλαγές. 

Μια επισήμανση μόνο: άλλαξε ο κανονισμός και περνούν άτομα μόνο με βάση και στα τρία μαθήματα.  


Οι θεματικές και τα βιβλία είναι στην προκήρυξη... 

Καλή επιτυχία σε όσους προσπαθήσουν...

Επιτυχόντες 2020-2021

Συγχαρητήρια σε όσους πέρασαν φέτος, κάτω από αυτές τις δύσκολες συνθήκες... 

Συγχαρητήρια σε όσους κατάφεραν να φτάσουν στο όνειρό τους και να ξεκινήσουν αυτό το όμορφο ταξίδι των σπουδών.

Συγχαρητήρια όμως και σε όσους προσπάθησαν... έφτασαν κοντά... πάλεψαν τόσο καιρό και δεν είναι σε αυτή τη λίστα... Το σημαντικό είναι η μη παραίτηση και η εκ νέου προσπάθεια... 

 


Δευτέρα 31 Μαΐου 2021

ΘΕΜΑΤΑ- ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2020

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Σε ένα σχολείο έχετε να αντιμετωπίσετε δύο ομάδες που συγκρούονται. Με βάση θεωρίες για τις διομαδικές σχέσεις τι θα μπορούσατε να κάνετε για να λήξει η σύγκρουση.

 

Απάντηση από: 15ο και 17ο κεφάλαιο- Β τόμος, Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχολογία, Παπαστάμου

Πρόκειται για ένα θέμα διομαδικών σχέσεων, όπου οι δύο ομάδες βρίσκονται σε σύγκρουση είτε λόγω ανισοτήτων είτε λόγω ανισορροπίας των κατανεμημένων πόρων. Οι ομάδες μπορεί να βρίσκονται σε ανταγωνισμό και η κάθε μία να προσπαθεί να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερα για τη δική της ομάδα, ευνοώντας όλα τα μέλη της και διατηρώντας ή επαναπροσδιορίζοντας μια θετική κοινωνική ταυτότητα.

Θεωρία ρεαλιστικής σύγκρουσης- ανταγωνισμός των πόρων. πείραμα θερινών κατασκηνώσεων- Sherif. Στόχος είναι τα παιδιά των δύο ομάδων να έρθουν σε συνεργασία, να κάνουν κάτι κοινό ώστε να αρχίσουν να συνεργάζονται θέτοντας κοινούς στόχους και αφήνοντας τις συγκρούσεις.

Θεωρία σχετικής αποστέρησης- αίσθημα αδικίας, ματαίωσης, πικρίας, στεναχώριας, συλλογικές δράσεις για την κάθε ομάδα, ενώ στρέφονται απέναντι στους άλλους ώστε να μπορέσουν να πάρουν όσο το δυνατόν περισσότερα. Θα πρέπει να μειωθεί η σχετική αποστέρηση ώστε να καταλάβουν ότι η κάθε ομάδα μπορεί να απολαμβάνει αυτά που της δίνουν και να νιώθουν ότι τα όρια είναι διαπερατά, οπότε τα όρια ανάμεσα στις δύο ομάδες είναι προσπελάσιμα.  

Υπόθεση επαφής και μοντέλα για μείωση της προκατάληψης

Προϋποθέσεις για επαφή:

Ø  Δύο ομάδες: στην ίδια θέση

Ø  Δύο ομάδες: επίτευξη κοινών στόχων

Ø  Επαφή σε συνθήκες συνεργασίας

Ø  Κοινωνική και θεσμική υποστήριξη μέτρων

Ø  Ουσιαστική γνωριμία μεταξύ μελών ομάδων

Διαφορετικές θέσεις για συνθήκες που οδηγούν σε γενίκευση θετικών αποτελεσμάτων επαφής

Ø  προσωποποιημένη επαφή

Ø  διομαδική επαφή

Ø  κοινή ενδοομαδική ταυτότητα

Ø  μοντέλο διττής ταυτότητας

Στόχος η δημιουργία μιας υπερκείμενης ομάδας, στην οποία θα έχουν ένα κοινό σκοπό και θα συνεργαστούν από κοινού για αυτόν. Επίσης, θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους μαθητές ώστε να αναπτύξουν διαπροσωπικές σχέσεις και να αναθεωρήσουν την ταυτότητά τους, καθώς και να νιώσουν ότι έχουν μια υπερκείμενη ταυτότητα (όλοι είναι μαθητές του σχολείου, όλοι είναι έφηβοι, όλοι είναι κάτοικοι αυτής της χώρας, όλοι είναι άνθρωποι σ’ αυτόν τον πλανήτη).

 

 

ΚΛΙΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Να περιγράψετε τα πλέον αποδεκτά κριτήρια για το πότε η αποκλίνουσα συμπεριφορά αποτελεί ένδειξη της «ψυχικής ασθένειας» και τους περιορισμούς αυτών των κριτηρίων.

Να αναπτύξετε τα κύρια επιχειρήματα της διαστασιακής προσέγγισης της ψυχοπαθολογίας και τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από αυτή.  

 

Απάντηση από το βιβλίο του Bennett, Κλινική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία, σελ. 25, 43

 

Σύνθετα μοντέλα ψυχοπαθολογίας: αποκλίνουσα συμπεριφορά ως ένδειξη ύπαρξης προβλήματος ψυχικής υγείας.

Αποτέλεσμα διαστρεβλωμένων ψυχολογικών διεργασιών

Δυσφορία του ατόμου και δυσλειτουργικότητα

Ασυνήθιστη αντίδραση σε συγκεκριμένες καταστάσεις

Το άτομο μπορεί να θέσει τον εαυτό του σε κίνδυνο ως αποτέλεσμα της διαστρεβλωμένης αντίληψης που έχει για τον κόσμο.

Κριτήρια:

Απόκλιση από τον μέσο όρο.

Ψυχική δυσφορία.

Δυσλειτουργία.

Κίνδυνος.

Τα κριτήρια αυτά έχουν κάποιες εξαιρέσεις. Για παράδειγμα, η παιδοφιλία δε σχετίζεται απαραίτητα με υποκειμενική ψυχική δυσφορία, ούτε οι άνθρωποι που εκδηλώνουν ψυχοπαθητική συμπεριφορά νιώθουν τύψεις για τις πράξεις τους.  

Αν και τα παραπάνω κριτήρια υπονοούν ότι υπάρχει μια οικουμενικά αποδεκτή αντίληψη για το τι συνιστά ψυχική διαταραχή και τι όχι, στην πραγματικότητα η απάντηση αυτή διαφέρει ανάλογα με την κοινωνική ομάδα, το πολιτισμικό πλαίσιο και την εποχή. Οι ορισμοί καθορίζονται από κοινωνικούς παράγοντες. Σε ορισμένες κοινωνίες αυτοί που βλέπουν οράματα και μιλούν στον εαυτό τους θεωρούνται σοφοί και άτομα που κατέχουν ειδικές δυνάμεις. Σε άλλες κοινωνίες όμως θεωρείται ότι πάσχουν από ψύχωση και χρειάζονται θεραπεία.

Διαστασιακή προσέγγιση: διαφωνία με την ύπαρξη ταξινομικών συστημάτων και με την απόλυτη προσέγγιση που υιοθετεί το DSM. Οι διαγνώσεις του DSM στηρίζονται στην παρουσία ενός αριθμού συμπτωμάτων. Πρόκειται για μια απόλυτη κατηγοριοποίηση, το άτομο είτε έχει συμπτώματα και κατ’ επέκταση τη διαταραχή, είτε όχι. Απορρίπτει την εξέταση του τύπου όλα ή τίποτα, όπως και την υπόθεση ότι η ψυχική κατάσταση των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας διαφέρει από εκείνη του κανονικού πληθυσμού. Τα προβλήματα των «απόλυτων μοντέλων» είναι τα εξής:

Συννοσηρότητα (περισσότερες από μια διαγνώσεις)

Ετερογένεια (δύο άτομα με την ίδια διάγνωση μπορεί να έχουν διαφορετικά πρότυπα συμπτωμάτων)

Ύπαρξη στο DSM της υποκατηγορίας «μη προσδιοριζόμενη αλλιώς» (διαγνώσεις που δεν ταιριάζουν απόλυτα στα συμπτώματα).

Επομένως, είναι προτιμότερο να θεωρούμε ότι οι άνθρωποι που διαγιγνώσκονται με μια ψυχική διαταραχή βρίσκονται στο ένα άκρο μιας κανονικής κατανομής παρά ότι υπάγονται σε μια ποιοτικά διαφορετική κατηγορία σε σχέση με τους υπόλοιπους.   

Η διαστασιακή προσέγγιση αναδεικνύει ορισμένες πτυχές της ζωής του ατόμου που είναι προβληματικές, για τις οποίες μπορεί να χρειαστεί κάποια μορφή βοήθειας, και αποφεύγει την αναγκαστική κατάταξη των προβλημάτων σε μια διαγνωστική κατηγορία την οποία το άτομο μπορεί να μην υπάγεται απόλυτα. Δεν ασχολείται όμως με τις διεργασίες που οδήγησαν στην ανάπτυξη των προβλημάτων, ούτε με την κατανόηση των παραγόντων που τα διατηρούν, καθώς αυτό το παρέχει η ψυχολογική διατύπωση.

 

 

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ

Να αναφέρετε τα είδη της τριγωνοποίησης. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της.

Απάντηση από:

Βιβλίο Σταλίκα, Μέθοδοι έρευνας στην κλινική ψυχολογία, σελ. 172-173.

Καινούργιο βιβλίο Σταλίκας & Κυριάζος. Μεθοδολογία έρευνας και στατιστική, σελ. 93.

 

Τριγωνοποίηση: μετακίνηση από το δίπολο ποσοτικών- ποιοτικών μεθόδων σε ένα πιο ευρύ και σύνθετο σχήμα, το τρίγωνο. Μπορεί να γίνει μεταξύ ποιοτικών και ποσοτικών μεθόδων, είτε μεταξύ μόνο ποσοτικών είτε μεταξύ μόνο ποιοτικών.

Τέσσερα είδη τριγωνοποίησης:

Δεδομένων (πολλαπλές μέθοδοι δειγματοληψίας, διαφορετικές πηγές δειγματοληψίας).

Μεθοδολογική (χρήση ποιοτικών και ποσοτικών μεθόδων)

Ερευνητή (πολλαπλοί ερευνητές για τη μελέτη του φαινομένου)

Θεωριών (ερμηνεία φαινομένων μέσω πολλαπλών θεωριών)

Πλεονεκτήματα: ιδανική μέθοδος, καλύτερα και πιο έγκυρα αποτελέσματα, έλεγχος των μειονεκτημάτων και ανάδειξη των πλεονεκτημάτων των μεθόδων που συνδυάζει.

Μειονεκτήματα: Δυσκολίες στην εφαρμογή, μεγάλα χρηματικά ποσά, μεγάλη χρονική διάρκεια. Δυσεφάρμοστη λόγω πόρων και χρόνου. Κριτική από τον μεθοδολογικό μονισμό (ο τελευταίος υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν ταυτόχρονα επαγωγικές και παραγωγικές μέθοδοι). 

 

 Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος, MSc., MA.